Ο Κάμπος ένα από το ομορφότερα χωριά του νησιού μας, εδώ και 43 χρόνια λόγω της τουρκικής εισβολής παραμένει ουσιαστικά εγκλωβισμένο μέσα στο ελεύθερο τμήμα της Κύπρου μας, η δημιουργηθήσα κατάσταση από τον εγκλωβισμό του αυτό είναι η χειρότερη από κάθε άλλο χωριό ή περιοχή που βρίσκονται στην ίδια μοίρα. Όμως οι φιλοπροόδοι κάτοικοι του κατόρθωσαν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις να επιβιώσουν και να μεγαλουργήσουν όσο μπορούσαν.
Για να βρούμε τον Κάμπο προχωρούμε 9 χλμ βόρεια της Μονής Κύκκου ή παίρνομε τον δρόμο της Μαραθάσας και πριν τον Ορκόντα στρίβουμε δεξιά προς Πύργο Τυλληρίας , από εκεί το χωριό απέχει 26 χλμ. 'Όσοι θα θελήσουν να δουν τον Κάμπο από Πάφο είναι οι δρόμοι προς Κοιλάδα των κέδρων ή προς Σταυρό Ψώκας . Οι δρόμοι αυτοί οδηγούν προς Μονή Κύκκου. Η διαδρομή από οποιαδήποτε κατεύθυνση είναι ευχάριστη. Περνά μέσα από το Δάσος Πάφου με σπάνiους βιότοπους χλωρίδας και πανίδας.
Ο Κάμπος συνδέεται με τα δάση του νησιού μας όσο κανένα άλλο χωριό. Η υλοτομεία στη περιοχή αναπτύχθηκε εδώ και 4000 χρόνια. Οι ενδείξεις για την πρώτη εκμετάλλευση του χαλκού στο Αμπελικού λίγο πιο κάτω από τον Κάμπο δείχνουν πως τα δάσος της περιοχής χρησίμευσε πολύ στην επεξεργασία του χαλκού. Στα παράλια της περιοχής άκμασαν την ελληνιστική περίοδο οι πόλεις των Σόλων και της Αίπειας δύο πόλεις οι οποίες είχαν και σχέση με την ναυπηγική. Ήταν τότε όπου οι κύπριοι βασιλείς έφτιαξαν καράβια και τα δώρησαν στον Μέγα Αλέξανδρο για να εκστρατεύσει προς τη Τύρο του Λιβάνου το 332 π.Χ. Όλα αυτά και όλα όσα κατάλοιπα υπάρχουν στο δάσος όπως γαλαρίες , σπήλαια, καμίνια της πίσσας και όχι μόνο δείχνουν την ιστορική συμπόρευση της περιοχής με το δάσος. Λέγεται ακόμη πως το όνομα Κάμπος το πήρε από λατινική ρίζα. Από τότε όπου στο χωριό υπήρχαν εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης χαλκού. Αυτό γινόταν στο τέλος της ρωμαϊκής περιόδου, δηλαδή τον τρίτο αιώνα μ.Χ.
Λέγεται ακόμη πως μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων ήλθε από την Πελοπόννησο και κατοίκησε στη περιοχή μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μ.Χ. Οι άνθρωποι αυτοί έφεραν μαζί τους, μέχρι και το Άγιο τους. Τον Αγιο Κυριακό τον Αναχωρητή ο οποίος είναι και ο πολιούχος Αγιος του χωριού. Σημειώνεται πως πρόσφατα σε αρχεία της Βενετίας φάνηκε πως το χωριό αρχικά είχε το όνομα Άγιος Κυριακός αλλά για άγνωστους λόγους επεκράτησε το Κάμπος.
Το χωριό κατά τον 20ο αιώνα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. Το δάσος πρώτα, η Μονή Κύκκου αλλά και η ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή (από τη παραλία μέχρι τη Μόρφου) βοήθησαν ώστε το χωριό να μεγαλώσει. Μεγάλος αριθμός ανδρών εργαζόταν στο δάσος. Οι υλοτόμοι της Κύπρου προέρχονταν κυρίως από τον Κάμπο. Πριονιστήρια και άλλες εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης ξυλείας δημιουργήθηκαν στο χωριό. Εκεί εργάζονταν περισσότερο οι γυναίκες του χωριού. Η επιβίωση τότε στο χωριό συνδυαζόταν ακόμη και με μεικτή γεωργία και κτηνοτροφία . Τα πρώτα ένα - δυο δύσκολα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974 στον Κάμπο έφτασαν και έμειναν προσωρινά περί τις 2000 πρόσφυγες από τις γύρω περιοχές. Ήταν τότε που όλο το δάσος γύρω από το χωριό είχε καεί από πυρκαγιές. Τότε προσφέρθηκε εργασία σχεδόν σε όλους στο δάσος σε συνεργία υλοτομιών , σε πριονιστήρια στο χωριό τα οποία αυξήθηκαν, σε αναδασώσεις, σε φορτηγά μεταφοράς ξυλεία κ.α. Η μεγάλη όμως απόσταση από τη Λευκωσία η οποία είναι και το διοικητικό κέντρο της περιοχής δεν άφησαν περιθώρια στους νέους του χωριού να παραμείνουν εδώ. Σημειώνεται πως στα τέλη της τελευταίας δεκαετίας του 20ου αιώνα μειώθηκε και η παροχή ξυλείας από το Τμήμα Δασών σε δασικές επιχειρήσεις και αυτό αποτέλεσε τη χαριστική βολή για το χωριό. Τότε στο Δημοτικό σχολείο του χωριού οι μαθητές ξεπερνούσε τους 140 και των κατοίκων τους 3000. Σήμερα οι κάτοικοι του χωριού είναι γύρω στους 180 (καθημερινά) και το σχολείο κινδυνεύει να κλείσει. Μαζί με τα παιδιά της Τσακίστρας και των οικονομικών μεταναστών στη περιοχή δεν φτάνουν ούτε τα 10.
Τα χρόνια μετά την εισβολή αναπτύχθηκε στη περιοχή πολύ η γεωργία. Μεταφέρθηκε νερό από τα δάση μας ώστε η περιοχή Τσακκίστρας μέχρι τον Κάμπο να γεμίσει με οπωροφόρα δέντρα, κυρίως κερασιές. Σήμερα η περιοχή έχει το πρωτείο στη παραγωγή κερασιών .
Σήμερα η προσφορά εργασίας γίνεται κυρίως από το Τμήμα Δασών, από το ένα πριονιστήριο που λειτουργεί στη περιοχή, από το Τμήμα Δασών, από την Ι.Μ. Κύκκου, την αστυνομία και το ιατρείο.
Αξια λόγου είναι η εκκλησία του χωριού, η οποία κτίστηκε τον 15ο αιώνα και ανακαινίστηκε το 1881. Είναι η μεγαλύτερη ξυλόσκεπη εκκλησία του νησιού μας. Αποτελεί ένα αριστούργημα τέχνης.
Στο κέντρο του χωριού υπάρχουν οι παλιές βρύσες του χωριού. Η πρώτη του 1902 και η δεύτερη του 1908. Οι βρύσες βρίσκονται πάνω και κάτω από το κεντρικό γεφύρι (πλατεία) του χωριού, Το γεφύρι είναι το πρώτο γεφύρι το οποίο κατασκευάστηκε το 1913 στο Δρόμο Λευκωσίας -Κύκκου. Πρέπει να σημειωθεί εδώ πως ο μόνος δρόμος που οδηγούσε πριν το 1974 προς τη Μονή Κύκκου ήταν μέσω Κάμπου.
Η πλατεία του χωριού είναι τεράστια και δενδροφυτεμένη. Την άνοιξη την τιμούν με την παρουσία τους τα γλυκόλαλα αηδόνια που καταφτάνουν στο χωριό. Το δε καλοκαίρι γίνονται στο χώρο διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Λίγο πιο κάτω από τη πλατεία, κοντά στη παλιά βρύση εδώ και 3 χρόνια λειτούργησε (στο ποτάμι) μικρό πάρκο με αγριόπαπιες και με διευκολύνσεις για μικρούς και μεγάλους. Αυτό έχει γίνει σημείο αναφοράς του χωριού. Η αρχιτεκτονική του χωριού είναι σπουδαία με αποτέλεσμα το παλιό χωριό να είναι σημείο αναφοράς για όλους. Δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκε όσο θα έπρεπε. Το πιο αξιόλογο κτίσμα εκεί ανήκει στην κοινότητα.
Ενα χλμ. έξω από το χωριό, στη κορυφογραμμή όπου και τα σύνορα του χωριού με το δάσος, εδώ και 3 χρόνια λειτουργεί το Μουσείο Δασικής Κληρονομιάς Κάμπου. Αυτό αποτελεί ένα μοναδικό και αξιόλογο χώρο όπου παρουσιάζεται η ιστορία των ανθρώπων της περιοχής σε σχέση με το δάσος. Γίνεται στο Μουσείο ένα ταξίδι στην ιστορία της περιοχής και στα δάση της από 2000πΧ μέχρι τις μέρες μας. Οι χώροι μέσα και έξω από αυτό έχουν διαμορφωθεί ώστε ο επισκέπτης να μπορεί εύκολα να καταλάβει τη μεγάλη σημασία του δάσους στη ζωή μας. Εκεί ζει πραγματικά το δάσος. Ένα κυκλικό μονοπάτι συνδέει το Μουσείο με τη πλατεία του χωριού. Ξεκινά (τελειώνει) από το πάρκο με τις αγριόπαπιες. Στη πορεία του περνά από σημείο θέας και από σπάνιους βιότοπους πανίδας και χλωρίδας. Για τους επισκέπτες υπάρχουν οι σχετικές πινακίδες. Εύκολα ο επισκέπτης μπορεί να γνωρίσει τα φυτά του δάσους μαζί με τα παραποτάμια είδη. Μπορεί ακόμη να επισκευθεί τα ξωκλήσια του Προφήτη Ηλία (κοντά στη Τσακκίστρα 4 χλμ. Δ του Κάμπου, την Αγία Βαρβάρα 7 χλμ Ν του Κάμπου και την παλιά Μονή των Ηλιακών 16 χλμ Δ του Κάμπου). Σε σχετικά κοντινή απόσταση στη περιοχή είναι η κοιλάδα των κέδρων και πολλές άλλες αξιόλογες περιοχές μέσα στα δάση μας.
Η χλωρίδα και η πανίδα της περιοχής είναι αξιόλογη και μοναδική. Το κέδρο και το αγρινό δεσπόζουν παντού. Μοναδικά αλά είδη της χλωρίδας έγιναν ένα με τη ζωή των ανθρώπων από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Σημειώνεται πως οι κάτοικοι της περιοχής εξάγουν από πολλά φυτά αιθέρια έλαια. Πολύ ξακουστή είναι η ρίγανη του Κάμπου, από βοτανικής άποψης όμως είναι και η ενδημική ρίγανη η καρδιόφυλλη.
Για τον Κάμπο, το φυσικό του περιβάλλον και ιδίως τους ανθρώπους του είναι δύσκολο να γράψεις σε λίγες γραμμές. Μια επίσκεψη στη περιοχή θα είναι η καλύτερη γνωριμία και μια αξέχαστη ευχάριστη εμπειρία. Στο χωριό υπάρχουν χώροι για φαγητό και διανυκτέρευση.